Πάμε για τα σαράντα : Η πρώτη μας πενταήμερη : στην Κρήτη.

Όλοι πενταήμερη την λένε, γιατί όχι και εγώ αντί του κανονικού πενθήμερη…

Η εκδρομή αυτή ήταν η πρώτη που έκανα σαν συνοδός και έχει πολλά παρασκηνιακά. Μετά από 28 χρόνια νομίζω ότι κάποια μπορώ να τα αναφέρω. Το ονόματα των μαθητών είναι Γιάννης,Μαρία Γιώργος και άλλα τέτοια σπάνια. Ο λόγος είναι ότι δεν έχει περάσει η τριακονταετία, για να αρθεί το απόρρητο :).

Πάμε στο ξεκίνημα. Δεύτερη χρονιά στο σχολείο με ρωτάνε οι μαθητές αν θα τους συνοδέψω στην πενθήμερη. Γενικά πιστεύω στον παιδαγωγικό ρόλο των ταξιδιών και έτσι χωρίς να το πολυσκεφτώ είπα Ναι. Και πάμε στη συνεδρίαση που θα παίρναμε τις αποφάσεις για την πρώτη εκδρομή της Σχολής, Το ύφος, τον παιδαγωγικό στόχο, ποιοι θα συνοδεύανε, και πολλά πρακτικά. Στην ερώτηση ποιος θα ήθελε να συνοδεύσει, μετά από αρκετή αμηχανία, που όλοι κοιταζόμασταν σηκώνω το χέρι μου δειλά δειλά και λέω… “εγώ”. Αφού εξηγώ τους λόγους, ξεκίνησε μια συζήτηση όπου τελικά συμφώνησαν να έρθουν : η Κατερίνα Μητροπούλου, η Κωλέτ Καπετανίδης, ο Μιχάλης Καλλαράς και εγώ. Πρέπει να ήταν και άλλοι, αλλά δυστυχώς δεν θυμάμαι. Αν είναι βοηθάτε.

Και αρχίζουμε τα παραλειπόμενα.

Φτάνουμε στο Ηράκλειο νωρίς το πρωί και πάμε κατευθείαν ξενοδοχείο. Πρώτο λάθος απειρίας. Μας λένε ότι δωμάτια θα πάρουμε μετά τις 2.00 το μεσημέρι. Και η ώρα ήταν 9.00 το πρωί. Και τώρα τι κάνουμε; Λέμε να τους πάμε στο Ηράκλειο. (Το ξενοδοχείο ήταν 8 Κμ έξω από την πόλη). Παίρνουμε το τουριστικό γραφείο και μας ζητάει 80.000 δραχμές για ένα πήγαινε – έλα από το ξενοδοχείο στο Ηράκλειο. Ποσό υπερβολικό για το 1992. Ζητάω τα τηλέφωνα των αστικών λεωφορείων και μας ζητάνε 17 δρχ το άτομο για να μας πάνε Ηράκλειο και άλλα τόσα να γυρίσουμε. Έτσι η πρώτη επίσκεψη κόστισε 34 δραχμές αντί των 1600 που ήθελε το πούλμαν (80.000/50 = 1600). Τρελά νούμερα.

Πρώτο βράδυ. Προσπαθούμε να τους βάλουμε στα δωμάτιά τους. Ο Γιάννης λοιπόν θέλει να πάει από το Γιώργο να πάρει ένα στυλό για να γράψει στο ημερολόγιο του. Τον σταματάει ο κ Καλλαράς και αφού εξηγεί΄γιατί πρέπει να πάρει το στυλό (θα τα έχει ξεχάσει μέχρι αύριο!!!). πάει και χάνεται τρεις ώρες. Έρχεται ο συγκάτοικος και δεν είχε κλειδιά να μπει και περίμενε απ’ έξω. Κάποια στιγμή έρχεται κατά τις 1.30 – 2.00 άνετος και αντιμετωπίζει έναν Καλλαρά εκτός εαυτού. Όσοι έχουν γνωρίσει τον κ Καλλαρά ξέρουν ότι Καλλαράς και εκτός εαυτού είναι ασύμβατες έννοιες.

Πρώτο πρωινό, πλησιάζει ο ρεσεψιονίστας και λέει στη κ Μητροπούλου ότι κάποιος πήρε τηλέφωνο από τη ρεσεψιόν και δεν πλήρωσε και δεν είναι σωστό αυτό που κάνει, και ότι δεν συμπεριφέρονται έτσι γιατί θα το πληρώσει ο ρεσεψιονίστας είναι ένας φτωχός εργαζόμενος και άλλα τέτοια..και και και και .(καταλαβαίνετε ότι είμαστε σε προ κινητών εποχή). Παίρνει τον αριθμό βρίσκουμε ποιος πήρε, ο οποίος φυσικά είχε πληρώσει και είχε και την απόδειξη. Του το δείχνουμε μας λέει ένα ξερό συγγνώμη και κλείνει εκεί. Εμείς ρίχνουμε το σύνθημα. Πάντα αποδείξεις σε ότι κάνετε. Το επόμενο πρωί ξανά τα ίδια με τα ίδια λόγια και και και … Παίρνει τον αριθμό, βρίσκουμε ποιος τηλεφώνησε, φυσικά είχε πληρώσει και είχε και απόδειξη και η κ Μητροπούλου παίρνει την απόδειξη πάει στη ρεσεψιόν και κάνει την παρακάτω δήλωση με τρόπο που δεν σήκωνε αντιρρήσεις : Την επόμενη φορά που θα κατηγορήσεις τα παιδιά μας κοίταξε να έχεις δίκιο γιατί θα σου κάνε τέτοια μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση που δεν θα ξέρεις που θα κρυφτείς. Όσοι θυμούνται τη κ Μητροπούλου μπορούν να καταλάβουν.

Είμαστε στα Χανιά. Ξέρουμε ότι δύο παιδιά έχουν γενέθλια. Το παίρνω πάνω μου – καθότι Χανιώτης και έπαιζα εντός έδρας, και κανονίζω να παραγγείλω τούρτες, να κλείσω το καφέ του Κήπου των Χανίων, να φροντίσω οι τούρτες να είναι στην ώρα τους στον Κήπο, για να γίνει το χάπενινγκ. Εκείνη την μέρα πρέπει να έγραψα πολλά χιλιόμετρα πάνω κάτω κήπο – λιμάνι 3-4 φορές. Δεν θυμάμαι ακριβώς πόσες φορές. Κατά τις 5.00 φτάσαμε στο κήπο, και έγινε όλο το χάπενινγκ.

Και πάμε στο προτελευταίο πρωινό. Ένα δωμάτιο αργεί. Είναι τρία αγόρια. Όλοι είμαστε στο πούλμαν αλλά δεν μπορούμε να φύγουμε. Πάει ο κ Καλλαράς και τους βλέπει να κοιμούνται. Τους ξεσηκώνει άρον άρον και τους λέει ότι δεν έχει βραδινή έξοδο για τιμωρία… Μετά στο λεωφορείο μου λέει : Δεν είναι σωστό. Σήμερα είναι η τελευταία βραδιά και θα πρέπει να βγούνε όλοι μαζί να διασκεδάσουν. Λοιπόν εγώ θα κάνω ότι δεν είμαι καλά, και θα μείνω πίσω. Αλλιώς αν έρθω θα πρέπει να μην έρθουν τα παιδιά.Θα κάτσω στο ξενοδοχείο και θα σας περιμένω να γυρίσετε.

Και πολλά άλλα έχω να θυμηθώ από εκείνη την εκδρομή…

Τους γερμανικούς χορούς στην ταβέρνα, τον χορό στο ελαιοτριβείο ή κάπως έτσι που λεγόταν η ντισκοτέκ – τότε – τη βόλτα στο λιμάνι του Ηρακλείου, που μάλλον είχαμε χαθεί, τα παζάρια στην Ελούντα για το μέχρι πότε θα κάτσουμε το βράδυ, την αναμονή το τελευταίο βράδυ στο αεροδρόμιο όταν το αεροπλάνο είχε καθυστέρηση κοντά 2 ώρες. Και πάρα πολλά ακόμα. Και τις φωτογραφίες θα τις βρω σε κάποια φάση. Πάντα έτσι γίνεται. Ελπίζω πριν κλείσει η εορταστική περίοδος για τα σαραντάχρονα.

Κάθε ταξίδι είναι μοναδικό, και αφήνει μοναδικές αναμνήσεις, Πολύ περισσότερο αυτό που ήταν το πρώτο

Ήταν 1992.